Τ’ Απριλιού του ninety two

Κύριε, κλείστε τη βρύση.
Τρέχει και χάλασε, κοίτα
πώς σπάταλα βγαίνει νερό.
Είστε μεγάλος και ξέρετε τέτοια
να τα χειρίζεστε, όλα κατέχετε σεις.
Να, το μυρμήγκι θυσία που έκανα πριν,
στην οικογένεια του δε θα πηγαίνει ψωμί.
Βοήθεια, βοήθεια, γεμίσαν νερά τα πλακακια
μ’ ορμή σαν του Μισισσιπή.
Κι εσείς προσπερνάτε αδιάφορα τάχα, κακόκεφος είστε,
κακόκεφος είναι, μουρτζούφλης, στραβόξυλο αυτός.
Μας προσπερνάει και πάει την μπύρα να πιει.
Ταπείνωσις και ουδεμία ευθύνη δε θέλει να φέρει ελέω ημών και θεών,
τι κακός;

(Πρωτοδημοσιεύτηκε στο blog Μιλώντας για το Χιόνι)